Με το νέο
πειθαρχικό Δίκαιο οι δημόσιοι λειτουργοί αφήνονται εκτεθειμένοι σε οιονδήποτε
επιθυμεί την οικονομική και κοινωνική τους εξόντωση. Μια κακόβουλη
καταγγελία ή μήνυση είναι αρκετή για να τους επιβληθεί το ιδιαίτερα εξοντωτικό
μέτρο της Αργίας. Χωρίς να έχει ολοκληρωθεί η πειθαρχική διαδικασία, χωρίς
απολογία, αυτόματα και με συνοπτικές διαδικασίες, ο εργαζόμενος που θα δεχθεί
μια καταγγελία εις βάρος του, η οποία να εμπεριέχεται στη γενική κατηγορία της
«παράβασης καθήκοντος», στιγματίζεται και απομακρύνεται από τη θέση του, με τις
αποδοχές του να μειώνονται άμεσα. Στην πραγματικότητα δεν πρόκειται για ένα
σκληρό διοικητικό μέτρο αλλά για τιμωρία του πειθαρχικώς ελεγχόμενου υπαλλήλου,
που προσβάλλει βάναυσα το τεκμήριο αθωότητας.
Σε καμία
περίπτωση δεν επιθυμούμε και δεν υποστηρίζουμε την ατιμωρησία και την ασυδοσία,
των όποιων υπαλλήλων με τις πράξεις τους αμαυρώνουν την εικόνα των δημόσιων
λειτουργών. Η επιτάχυνση των πειθαρχικών διαδικασιών και σε εξαιρετικές
περιπτώσεις η εφαρμογή της Δυνητικής Αργίας θα αρκούσαν για να αντιμετωπισθούν
φαινόμενα πραγματικά επίορκων υπαλλήλων. Αντίθετα το κλίμα φόβου και
τρομοκρατίας που έχει επιβληθεί στους εργαζόμενους ως συνέπεια του
συγκεκριμένου πειθαρχικού πλαισίου, μόνο αρνητικά μπορούν να επηρεάσουν την
άσκηση των καθηκόντων τους (κυρίως όταν κατέχουν θέσεις ευθύνης ή αποτελούν
μέλη επιτροπών).
Αγωνιζόμαστε για:
· Να καταργηθεί η επιβολή της
Αυτοδίκαιης Αργίας για τα πειθαρχικά παραπτώματα όπως αυτά ορίζονται στην
παράγραφο 1 περίπτωση ε του ν.4093/12 (παράβαση καθήκοντος, αναξιοπρεπή
συμπεριφορά εκτός υπηρεσίας, κλπ ) και τα οποία δεν έχουν τελεσιδικήσει.
· Να διαχωριστεί πλήρως η έναρξη της
πειθαρχικής δίωξης εναντίον συναδέλφων από την αντίστοιχη ποινική δίωξη για το
παράπτωμα της παράβασης καθήκοντος.
· Η Δυνητική Αργία να ενεργοποιείται
μόνο για τις πράξεις εκείνες οι οποίες επιφέρουν σύμφωνα με το πειθαρχικό δίκαιο
την ποινή της αργίας εφόσον τελεσιδικήσει.